-Ένας άντρας πάει για εξετάσεις στον ουρολόγο

του.
Στο ιατρείο του λέει στον γιατρό:
- Υποσχεθείτε μου ότι δε θα γελάσετε.
- Ξεχνάτε ότι είμαι επαγγελματίας; Στα 20 χρόνια που εξασκώ αυτό το επάγγελμα, ποτέ μου δεν έχω γελάσει σε βάρος ασθενή, απαντάει ο ιατρός.
- Καλά τότε, λέει ο άντρας, και βγάζει το παντελόνι του, αποκαλύπτοντας το μικρότερο μόριο που είχε δει ο ιατρός στη ζωή του. Είχε το μέγεθος μιας μπαταρίας του τηλεκοντρόλ.
Ανίκανος να ελέγξει τον εαυτό του, ο ιατρός αρχίζει να χαχανίζει και το χαχανητό του γρήγορα εξελίσσεται σε υστερικό γέλιο.
Μετά από 10 λεπτά καταφέρνει να σταματήσει και να ανασυγκροτηθεί.
- Σας ζητώ συγνώμη. Δεν ξέρω τι με έπιασε. Στο λόγο της τιμής μου ως ιατρού και τζέντλεμαν σας υπόσχομαι ότι δε θα ξανασυμβεί. Πείτε μου τώρα, τι πρόβλημα αντιμετωπίζετε;
- Έχει πρηστεί......
Ένας Άγγλος, ένας Γάλλος και ένας Έλληνας συλλαμβάνονται από ανθρωποφάγους στην Αφρική. Ο αρχηγός τους προσφέρεται να ελευθερώσει όποιον τα καταφέρει σε τρεις δοκιμασίες: να πιεί ένα τόνο κρασί, να βγάλει ένα αγκάθι από το πόδι του ιερού λιονταριού και να κάνει σεξ στην εκατοντάχρονη γιαγιά του.
Οδηγούν τον Άγγλο στην καλύβα με το κρασί, αρχίζει να πίνει αλλά δεν φτάνει ούτε στη μέση οπότε οι ιθαγενείς τον τρώνε.
Aκολουθεί ο Γάλλος. Πίνει, πίνει, πίνει αλλά σταματάει λίγο πριν το τέλος. Τον τρώνε κι αυτόν.
‘Ερχεται η σειρά του Έλληνα. Μπαίνει στην καλύβα και μετά από πέντε ώρες βγαίνει τρεκλίζοντας αφού έχει πιεί όλο το κρασί. Τον πηγαίνουν στη δεύτερη καλύβα με το λιοντάρι και μετά από λίγο ακούγονται βρυχηθμοί, κραυγές, ουρλιαχτά. Μετά από τρεις ώρες βγαίνει ο Ελληνάρας με σχισμένα ρούχα, γρατζουνισμένος, φέσι ακόμα από το μεθύσι, και λέει στον αρχηγό:
- Πηγαινέ με τώρα στη γιαγιά σου να της βγάλω το αγκάθι από το πόδι.
Ο οργασμός της αγελάδας
Κάποτε ένας χωρικός αγόρασε πέντε αγελάδες, να παίρνει το γάλα της ημέρας του και να βγάζει και το κάτιτίς του από ότι θα περίσσευε. Από τότε όμως που τις πήρε δεν είδε ούτε σταγόνα γάλα. Είδε κι αποείδε ο χριστιανός και παίρνει τηλέφωνο τον κτηνίατρο στο κεφαλοχώρι:
- Δεν κατεβάζουν οι τσούπρες μου γάλα γιατρέ μου. Τι να τις κάνω; Για φιγούρα θα τις έχω;
- Βρε χαζέ, του λέει ο γιατρός, πως να κατεβάσουν γάλα άμα δεν έχουνε πιάσει παιδί; Πήγαινε τις στο ταύρο να τις γκαστρώσει και θα δεις που θα χεις μπόλικο γάλα.
- Τώρα μάλιστα !!! Τη κάτσαμε τη βάρκα, λέει απελπισμένος ο χωρικός. Εδώ δεν υπάρχει ταύρος σε ακτίνα πολλών χιλιομέτρων.
- Ε τότε δεν σου μένει παρά να τις γκαστρώσεις εσύ, του απαντά με πολύ φυσικό τρόπο ο γιατρός. Φόρτωσε τις στο φορτηγό σου πρωί πρωί, πήγαινε τις στο βουνό, διάβασε κανένα πορνοπεριοδικό και δώσε τις να καταλάβουν !!
- Τι λες μωρέ γιατρέ; διαμαρτύρεται ο φουκαράς ο χωρικός, θα πηδάω τα γελάδια μου; Για ποιον με πέρασες;
Ο γιατρός τσαντίζεται και τον αποπαίρνει:
- Ακου να δεις, άμα δεν μπορείς να το κάνεις κακό του κεφαλιού σου. Καλύτερα πέτα τις !! Δεν είναι και τόσο φοβερό ρε παιδί μου. Δοκίμασε αύριο το πρωί και θα με ευγνωμονείς. Μόλις τις ξαναφέρεις, παρατήρησε τη συμπεριφορά τους. Αμα πιάσει από ένα δένδρο η κάθε μία και βόσκει με σκυμμένο το κεφάλι, η δουλειά πέτυχε, ενώ άμα κοιτάνε σα χαζές δεξιά και αριστερά, πρέπει την άλλη μέρα να τις ξαναπηδήξεις μέχρι να πιάσουν.
"Μ ένα ****** που μπλέξαμε" σκέφτεται ο χωρικός, αλλά τι να κάνει, την άλλη μέρα το πρωί, φορτώνει τις αγελάδες στο φορτηγάκι, τις πάει στο βουνό, χτυπάει και δύο Viagra και αρχίζει το "τι σου κάνω μάτια μου"
Κάποτε, τελειώνει το θεάρεστο έργο του και ξαναγυρνάει στο σπίτι του μαζί με το τετράποδο χαρέμι του. Με πολλή αγωνία αρχίζει να παρακολουθεί τις κινήσεις των ζωντανών, αλλά δυστυχώς οι αγελάδες χαζεύουν δεξιά κι αριστερά και με κάθε τρόπο δείχνουν ότι οι βολές ήτανε άσφαιρες.
Αναγκαστικά, την άλλη μέρα νωρίς νωρίς το πρωί, η μοναξιά του κτηνοβάτη συνεχίζεται. Τι την Ορνέλα Μούτι φαντασίωνε, τι τη γειτόνισσα, τι τη φουρνάρισσα, τελικά κακήν κακώς τα κατάφερε να ολοκληρώσει για μια ακόμη φορά την πρωινή του ηδυπάθεια και πτώμα στη κυριολεξία να ξαναγυρίσει στο σπίτι του. Μάταια όμως και πάλι, γιατί η αγελάδες εξακολουθούσαν να έχουν το χαζοβιολέ στυλ και να τον δαιμονίζουν.
Η δουλειά αυτή συνεχίστηκε για άλλη μια μέρα, οπότε ο άνθρωπος είχε ρέψει στα πόδια του πια και τεζάρισε στο κρεβάτι όπου κοιμήθηκε για 24 ώρες σχεδόν. Ξυπνώντας το άλλο πρωί, λέει στη γυναίκα του:
- Κοίταξε βρε Κρουστάλλω μου, τι κάνουν αυτές οι αναθεματισμένες. Είναι κάτω από ένα δένδρο ή κοιτάνε σα χαζές δεξιά κι αριστερά;
- Δεν ξέρω τι μ λες εσύ Μήτρο μ , αλλά αυτές έχουν ανέβει στο φορτηγάκι και σε περιμένουνε. Η μία μάλιστα κορνάρει
Ητανε να ζευγαρι γερωντια και συζητουσαν πως το εκανα οταν ηταν νιοπαντροι....Μετα απο πολυ κουβεντα και οι δυο τους φτιαχτηκαν και ο γερος κατεβαζει ιδεα..
-Να σου πω της λεει, θελεις αυριο το πρωι που θα ξυπνησουμε να ξεκινησουμε την μερα μας με πρωινο σεξ και μετα δουλειες οπως και τοτε???
-Ναι περικλη μου απαντα η γρια..
Ξημερωνει σηκωνεται πρωτη η γρια και ετοιμαζει πρωινο και καλα.
Σηκωνεται ο περεκλας σκανε στο τραπεζι γυμνοι το πουλι του γερου μεχρι το γονατο, τα βυζια της γριας σαλαπλαδες, και καθονται στο τραπεζι....
Σε μια φαση κοιτα ο γερος και η γρια ετριβε τις ρωγες της.
-Πω πω περικλακο μου του λεει η γιαγια οι ρωγες μου ειναι τοσο καυτες οσο και τοτε αχ αχ αχ...
Πεφτει κατω απο τα γελια και τις απανταει.
-Πως να μην ειναι μωρη???Η μια ειναι μες στο τσαι και η αλλη μες στην ομελετα.....
